Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Τζοακίνο Ροσσίνι - Η Ιταλίδα στο Αλγέρι

Κοστούμι σχεδιασμένο από τον Μάριο Μπαλό για την Ιταλίδα στο Αλγέρι του Ροσσίνι.
 

Ο Τζοακίνο Ροσσίνι ήταν μόλις 20 χρονών όταν συνέθεσε αυτό το έργο, το οποίο αποδείχθηκε η πρώτη του μεγάλη επιτυχία στην "opera buffa" και του χάρισε τη διεθνή αναγνώριση. Χρειάστηκε λιγότερο από ένα μήνα για να ολοκληρώσει την παρτιτούρα και η πρεμιέρα του έργου δόθηκε στο θέατρο Σαν Μπενεντέτο της Βενετίας, στις 22 Μαΐου του 1813. Μετά από αυτήν την επιτυχία, ο νεαρός Ροσσίνι ξεκίνησε μια σταδιοδρομία που θα τον αναδείκνυε στον δημοφιλέστερο συνθέτη όπερας της Ιταλίας. Έκπληκτος από την ευνοϊκή αποδοχή της όπεράς του ο Ροσσίνι σχολίασε: "Πίστευα ότι όταν οι Βενετοί θα άκουγαν την όπερά μου, θα με θεωρούσαν τρελό. Όμως απέδειξαν ότι είναι πιο τρελοί από μένα". Πράγματι, ο Γάλλος συγγραφέας Σταντάλ τη θεώρησε "μία οργανωμένη και απόλυτη τρέλα".

Η όπερα γράφτηκε μέσα σε λίγες εβδομάδες προκειμένου να καλύψει ένα απρόβλεπτο κενό στο πρόγραμμα του Σαν Μπενεντέτο. Ο Ροσσίνι είχε μόλις αναδειχθεί με την πρόσφατη όπερα Tancredi, η οποία είχε καταπληκτική επιτυχία.

Tο 1808 παίχτηκε στο Μιλάνο μια άλλη όπερα με τον τίτλο L' Italiana in Algeri σε λιμπρέτο του Άντζελο Ανέλι και μουσική του Λουίτζι Μόσκα. Για να κερδίσει χρόνο, ο Ροσσίνι προσάρμοσε το λιμπρέτο του Ανέλι και συνέθεσε τη δική του δίπρακτη "opera buffa".

Με φόντο το παλιό Αλγέρι

Η ενδέκατη όπερα του Ροσσίνι διαδραματίζεται στο Αλγέρι, στη διάρκεια της Οθωμανικής κατοχής. Ο τυραννικός Μπέης Μουσταφά αποφασίζει να παντρέψει τη γυναίκα του Ελβίρα με τον Ιταλό σκλάβο του Λιντόρο και να βρει για τον εαυτό του μια νέα σύζυγο. Η Ισαβέλλα, μια νεαρή Ιταλία, ναυαγεί στις ακτές του Αλγερίου ψάχνοντας τον αγαπημένο της, που δεν είναι άλλος από τον Λιντόρο. Ο Μουσταφά ερωτεύεται την Ισαβέλλα η οποία τον παρασύρει σε μια απατηλή γαμήλια τελετή, στη διάρκεια της οποίας δραπετεύει με τον αγαπημένο της Λιντόρο.

Η αφίσα της παράστασης
Η Ιταλίδα στο Αλγέρι στο
θέατρο Σαν Μπενεντέτο 
στη Βενετία το 1813.

Μέσα σε μια φαινομενικά ελαφριά, απαστράπτουσα μουσική που υπηρετεί την κωμική πλοκή, ο Ροσσίνι περικλείει ένα φάσμα από αλληλοσυμπλεκόμενες τεχνικές, αντιθετικές διαθέσεις και δραματικές στιγμές. Ο Λιντόρο για παράδειγμα, θρηνεί με μια συγκινητική άρια, τη χαμένη αγάπη του Ισαβέλλα.

Σε αντίθεση, η Πρώτη Πράξη αναπτύσσεται σε έναν ηχητικό ανεμοστρόβιλο, καθώς η σύγχυση των προσώπων εκφράζεται με ένα διαφορετικό κρουστό όργανο "τιν τιν" (μια καμπάνα), "τακ τακ" (ένα σφυρί). Ο Ροσσίνι εξυφαίνει αυτούς τους ήχους σε μια στέρεη κατασκευή.

Μια αξέχαστη μελωδία που παίζει το όμποε και συνοδεύεται από το πιτσικάτο των εγχόρδων, είναι το κύριο χαρακτηριστικό της αρχής αυτής της εισαγωγής. Μετά από μια σύντομη κορύφωση, η μελωδία επιστρέφει, αυτή τη φορά στο όμποε και στο κλαρινέτο για να οδηγήσει τελικά σε ένα ζωηρότερο τμήμα.

Ένα εύθυμο θέμα των ξύλινων πνευστών τονίζεται από δυνατές συγχορδίες που παίζει ολόκληρη η ορχήστρα. Ακολουθεί μια γέφυρα με έντονες αρμονικές συγχορδίες των εγχόρδων κι έπειτα η μουσική γαληνεύει σταδιακά, ενώ ένα σόλο μπάσο εισάγει το δεύτερο θέμα. Εδώ ηγούνται ξανά τα ξύλινα πνευστά με επικεφαλής το όμποε. Μια συγκλονιστική κορύφωση και ένα σύντομο σόλο βιολί ολοκληρώνουν αυτό το τμήμα.

Ο Ροσσίνι χρησιμοποιεί τη μουσική της Δεύτερης Πράξης για να αναπτύξει τους χαρακτήρες, καθώς κινούνται προς την αποκορύφωση της απατηλής τελετής. Το φινάλε της όπερας φανερώνει την αγάπη του συνθέτη για τον καθαρό ρυθμό των φωνών και των οργάνων, ενώ τα πρόσωπα του έργου ενώνονται με την ορχήστρα για να συμπεράνουν ότι μια γυναίκα ερωτευμένη μπορεί να ξεγελάσει οποιονδήποτε.

Τα αρχικά θέματα επανέρχονται και η πρώτη μελωδία αναπτύσσεται περισσότερο. Η δεύτερη μελωδία εισάγεται από το φλάουτο και το φαγκότο και κατόπιν η μουσική τελειώνει με θορυβώδη τρόπο.



Σχόλια