Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Γιόχαν Στράους ΙΙ - Βαλς "Γαλάζιος Δούναβης", Έργο 314

Οι αστραφτεροί χοροί και τα βαλς του Γιόχαν Στράους ΙΙ γράφτηκαν φαινομενικά αβίαστα για ένα ενθουσιώδες και ευαίσθητο μουσικά κοινό. Παρόλα αυτά, με τον ρυθμικό χαρακτήρα τους, τις θαυμάσιες μελωδίες και την ιδιοφυή ενορχήστρωσή τους, παραμένουν και σήμερα τόσο δημοφιλή όσο και την εποχή του Στράους.


Αυτό το, αρχικά, χορωδιακό βαλς - Στον Ωραίο Γαλάζιο Δούναβη, που είναι και η πλήρης σωστή ονομασία του - ήταν η πρώτη απόπειρα του Γιόχαν Στράους ΙΙ  να συνθέσει χορευτική μουσική με φωνές. Το έργο ανέθεσε η Χορωδιακή Εταιρία Αρρένων της Βιέννης για τον Φεβρουάριο του 1867, ώστε να παρουσιαστεί στην ετήσια "Αποκριάτικη Εσπερίδα" - ένα ξεφάντωμα μεταμφιεσμένων. Ατυχώς για τον Στράους, το έργο δεν είχε άμεση επιτυχία, πιθανόν, εξαιτίας των κοινότοπων στίχων.

Παρά την αρχική αντιδημοτικότητά του στη Βιέννη, το καλοκαίρι του 1867 παρουσιάστηκε στην ορχηστρική του έκδοση και αμέσως έγινε επιτυχία με την μουσική του Γαλάζιου Δούναβη να δημοσιεύεται σε σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο εκδότης του κέρδισε μια περιουσία από το έργο, ενώ ο ίδιος ο Στράους πήρε μόνο 100 φιορίνια, που αντιστοιχούν σήμερα σε 300 περίπου ευρώ.

Μετά από μια αργή και μυστηριώδη εισαγωγή με χάλκινα πνευστά με σουρντίνα, ξύλινα πνευστά και υποτονθορίζοντα έγχορδα, η ορχήστρα γλιστρά ζωηρά στο κύριο θέμα - σε μια από τις πιο γνώριμες και αγαπητές μελωδίες βαλς. Καθώς η μουσική στροβιλίζεται και ξεχύνεται σαν τον ίδιο τον μεγάλο ποταμό, μια ποικιλία διαφορετικών μελωδιών εμφανίζεται και επαναλαμβάνεται, άλλοτε σε ένα μεγαλειώδες ή χαρούμενο ύφος και άλλοτε, ευγενικά και σχεδόν διστακτικά.

Η coda επιστρέφει στο κύριο θέμα και για μια ακόμη φορά το βαλς κοπάζει σε μια ήσυχη νηνεμία προτού ολοκληρωθεί με μια ηχηρή φιοριτούρα.


Σχόλια