Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Μωρίς Ραβέλ - Παβάνα για μια Νεκρή Ινφάντα


Ο Ραβέλ φαίνεται ότι διάλεξε αυτόν τον τίτλο - Ινφάντα σημαίνει Ισπανίδα πριγκίπισσα - μόνο για την ευχάριστη ηχητική χροιά του, εφόσον η πριγκίπισσα είναι ένα εντελώς φανταστικό πρόσωπο. Ο συνθέτης έγραψε την Παβάνα το 1899, ενώ ήταν ακόμη μαθητής στο Ωδείο του Παρισιού. Η άμεση επιτυχία της εξέπληξε τον Ραβέλ που θεωρούσε το έργο μορφολογικά αδύνατο. Ωστόσο, όταν παρουσιάστηκε το 1902, η κριτική θεώρησε τη μορφή του ευγενική και γοητευτική.

Το σόλο βιολί που παίζει σε υψηλούς τόνους συνοδευόμενο από τον παλλόμενο ήχο των βαθιών χορδών, παράγει τον ζεστό και πλούσιο τόνο αυτής της μορφής της Παβάνας. Ένα σύντομο τελικό τμήμα, τελειώνει με τις συγχορδίες που παίζει ο σολίστ στο βιολί.

Μια δεύτερη μελωδία επαναλαμβάνεται ψηλότερα, ξανά με συγχορδίες του βιολιού, δημιουργώντας στον ακροατή την εντύπωση περισσότερων του ενός οργάνων. Πλούσιες συγχορδίες οδηγούν σε μια επιστροφή στην αρχική μελωδία, που τώρα παίζεται σε υψηλότερη κλίμακα του βιολιού.

Ένα πιτσικάτο εμφανίζεται καθώς αρχίζει ένα τρίτο τμήμα. Ένα μάλλον θλιμμένο, πένθιμο πέρασμα, οδηγεί σε μια τελική επανάληψη της αρχικής μουσικής. Αυτή τη φορά η μελωδία υπογραμμίζεται από τη χρήση των αρμονικών του βιολιού - ψηλοί ήχοι που θυμίζουν φλάουτο και παράγονται με άγγιγμα της χορδής χωρίς πίεση στο τάστο.




Σχόλια