Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Καμίγ Σαιν-Σανς - ένας γαλλικός θεσμός


Ο Καμίγ Σαιν-Σανς γεννήθηκε στις 9 Οκτωβρίου του 1835 στο Παρίσι, μοναχοπαίδι του Ζακ-Ζοζέφ Βικτόρ Σαιν-Σανς, ελεγκτή λογιστή στο Υπουργείο Εσωτερικών  και της Κλεμάνς Κολέν. Ο Ζακ-Ζοζέφ πέθανε λίγους μήνες προτού γεννηθεί ο Καμίγ, αφήνοντας την ανατροφή του παιδιού στην Κλεμάνς και στη θεία του Σαρλότ Μασόν.

Λατρεμένος από τη μητέρα και τη γηραιά θεία του, ο Καμίγ ανατράφηκε σε μια ατμόσφαιρα αγάπης και εναυσμάτων, στην πολυκοσμία του Καρτιέ Λατέν. Η θεία του Σαρλότ τον επηρέασε αποφασιστικά. Καλλιεργημένη γυναίκα με αγάπη για τη λογοτεχνία και τη μουσική, πρωτοδίδαξε στον Καμίγ πιάνο. Σύντομα έγινε προφανές ότι το παιδί ήταν ιδιοφυές. Στα δυόμισι του χρόνια έπαιζε μελωδίες στο πιάνο και στα τρία του είχε ήδη συνθέσει το πρώτο του έργο.
H μητέρα του Σαιν-Σανς,
Κλεμάνς Κολέν.


Το ολοφάνερο φυσικό ταλέντο του Σαιν-Σανς ενθαρρύνθηκε και από τη μητέρα του. Άρχισε κανονικά μαθήματα πιάνου σε ηλικία επτά χρονών, έχοντας ήδη εμφανιστεί δημόσια ως πιανίστας αρκετές φορές. Έκανε επίσης μαθήματα εκκλησιαστικού οργάνου, μια επίπονη ενασχόληση για τον νεαρό Καμίγ, ένα μάλλον ασθενικό παιδί.

Πολύπλευρο ταλέντο

Το επίσημο ντεμπούτο του Σαιν-Σανς έγινε το 1856 στη Σαλ Πλεγιέλ στο Παρίσι, όπου κατέπληξε το ακροατήριο, προσφερόμενος να παίξει οποιαδήποτε από τις 32 σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν από μνήμης. Η ιδιοφυΐα του εν τούτοις, δεν περιοριζόταν στη μουσική γιατί ο Σαιν-Σανς ήταν ένα πολύπλευρο ταλέντο.

Διάβαζε Λατινικά από επτά χρονών και σύντομα ενδιαφέρθηκε για τις επιστήμες, ιδιαίτερα για τη βοτανική, την αρχαιολογία και τη γεωλογία. Ανακατεύτηκε ακόμη και με την αστρονομία, και πούλησε μάλιστα κάποιες συνθέσεις του για να αγοράσει ένα τηλεσκόπιο και να μελετήσει τα άστρα.
Ο δεκατριάχρονος Καμίγ δεν είχε ανάγκη διαπιστευτηρίων για την εισαγωγή του στο Ωδείο του Παρισιού το 1848. Η πρώτη του συμφωνία γράφτηκε όταν ήταν 18 χρόνων και παρουσιάστηκε πρώτη φορά το 1855.


Όνειρο γελοιογράφου

Ο ενήλικος Σαιν-Σανς ήταν ένα δώρο για τους γελοιογράφους των εφημερίδων. Κοντός με γαμψή μύτη και περίεργο κορδωμένο βάδισμα, έμοιαζε μάλλον με σπασμωδικό πουλί. Είχε επίσης μια επιτηδευμένη φωνή με ένα έντονο ψεύδισμα. Τίποτα όμως από όλα αυτά δε φαινόταν να μειώνει τη δημοτικότητά του και τα εκπληκτικά μουσικά του χαρίσματα του εξασφάλισαν τη φιλία πολλών άλλων συνθετών, όπως του Εκτόρ Μπερλιόζ και του Ραβέλ. Αλλά ο Σαιν-Σανς διέθετε και σαρκασμό και μια φανερή εμμονή να προβάλλει τις επιτυχίες του, ιδιότητες που του δημιούργησαν πολλούς εχθρούς.

Ο Σαιν-Σανς δεν ήταν εντελώς υλιστής. Είχε ένα ισχυρό πνευματικό ενδιαφέρον για τη μουσική και ανέλαβε ως οργανίστας σε διάφορες μικρές εκκλησίες προτού να διοριστεί στην περίφημη Εκκλησία Λα Μαντλέν το 1857, μια θέση που διατήρησε επί 19 χρόνια.

O Σαιν-Σανς ήταν περήφανος για τη γαλλική καταγωγή του.
Προώθησε και ενθάρρυνε με πάθος τη μουσική της χώρας του.

Υπέρμαχος νέων συνθετών

Έγινε υπέρμαχος των συνθετών με σύγχρονες ιδέες, που μάχονταν την παράδοση. Αυτός προώθησε τον Βάγκνερ, τον Λιστ και τον Σούμαν όταν ήταν στο περιθώριο των προτιμήσεων, ανεβάζοντας έργα τους με δικά του έξοδα, για να ακουστεί η μουσική τους.

Οι αρχές της δεκαετίας του 1860 ήταν η ευτυχέστερη περίοδος της ζωής του Σαιν-Σανς. Ήταν δημοφιλής, επιτυχημένος και προστατευμένος από τη λατρεία της μητέρας του, με την οποία
εξακολουθούσε να ζει. Αγαπούσε τη σύνθεση και εργαζόταν 12 ώρες την ημέρα χωρίς να αισθάνεται κούραση. Η αποστολή του στη ζωή είχε γίνει τώρα η διάδοση της γαλλικής μουσικής.

Το 1861, κατέλαβε τη μοναδική του διδακτική θέση στην Εκόλ Νίντερμέγιερ, με στόχο τη βελτίωση του μουσικού επιπέδου στις γαλλικές εκκλησίες. Τα μαθήματά του ήταν συναρπαστικά και ένας από τους μαθητές  του, ο Γκαμπριέλ Φορέ, έγινε ένας από τους στενότερους φίλους του.

Δέκα χρόνια αργότερα εξοργισμένος από την εμμονή του γαλλικού ακροατηρίου με τη γερμανική μουσική, ο Σαιν-Σανς βοηθά στην ίδρυση της Εθνικής Εταιρίας Μουσικής που είχε στόχο να ενθαρρύνει τη σύνθεση και την παρουσίαση έργων Γάλλων συνθετών.

Οικογενειακή τραγωδία

Ο Σαιν-Σανς δεν έδειξε ενδιαφέρον για τις γυναίκες μέχρι το 1875 που παντρεύτηκε την 19χρονη Μαρί Τριφό μετά από ένα σύντομο ειδύλλιο. Κατάπληκτη η μητέρα του αποδοκίμασε το γάμο του όχι χωρίς λόγο, γιατί η Μαρί ήταν άτακτη, ανοργάνωτη και κακή νοικοκυρά. Από την αρχή η σχέση τους ήταν προορισμένη να αποτύχει.

Εξώφυλλο του 1903 με τον Καμίγ Σαιν-Σανς
στα 68 χρόνια του, ακόμη εξαιρετικά 
δραστήριο.

Η χαριστική βολή ήρθε το 1879 όταν οι δύο γιοι του πέθαναν μέσα σε διάστημα έξι εβδομάδων, ο μεγαλύτερος, ο Αντρέ, ηλικίας δυόμισι χρονών, έπεσε από τον τέταρτο όροφο του διαμερίσματός τους, ενώ ο Ζαν πέθανε από κάποια βρεφική ασθένεια.

Πικραμένος και συντετριμμένος ο Σαιν-Σανς κατηγόρησε τη γυναίκα του και για τους δυο θανάτους και την εγκατέλειψε στη διάρκεια των διακοπών τους το 1881. Η Μαρί δεν τον ξαναείδε από τότε.

Ο Σαιν-Σανς βρήκε συναισθηματική διέξοδο στην οικογένεια του παλιού του φίλου Γκαμπριέλ Φορέ και έγινε ένας καλοσυνάτος θείος για τα μικρά παιδιά του. Συνέχισε να ζει με τη μητέρα του μέχρι το θάνατό της, το 1888.

'Επειτα, αποστερημένος ξαφνικά από 53 χρόνια λατρείας, έπαθε κρίση κατάθλιψης, σκέφτηκε μάλιστα για ένα μικρό διάστημα την αυτοκτονία. Από τότε παρέμεινε μια μοναχική φιγούρα με μόνη συντροφιά τα σκυλιά του και τον πιστό υπηρέτη του, Γκαμπριέλ.

Ταξιδιώτης

Η μόνη παρηγοριά του ήταν οι διακοπές του. Αγαπούσε τα εξωτικά μέρη και ιδιαίτερα την Αίγυπτο και την Αλγερία. Το χρώμα και η αρχαία μουσική τους, ενέπνευσαν στον Σαιν-Σανς αρκετά έργα όπως η Αλγερινή Σουίτα το 1880 και το Κοντσέρτο για πιάνο αρ.5 "Αιγυπτιακό", το 1896.

Ο Σαιν-Σανς περνούσε τον υπόλοιπο καιρό του ταξιδεύοντας. Ήταν καλοδεχούμενος σε ολόκληρη την Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένης και της Ρωσίας και τιμήθηκε ιδιαίτερα στη Νότιο Αμερική, όπου συνέθεσε τον Εθνικό Ύμνο της Ουρουγουάης.

Η δημοτικότητά του ήταν εν τούτοις υψηλότερη στην Αγγλία την οποία πρωτοεπισκέφθηκε το 1871. Έπαιξε για τη Βασίλισσα Βικτορία και του αποδόθηκαν διάφορες τιμές, μεγαλύτερη των οποίων το Βασιλικό Βικτοριανό Παράσημο για τη σύνθεση του ύμνου της στέψης του Εδουάρδου VII το 1901.

Άνθρωπος του Παρελθόντος

Αλλά στη Γαλλία ήδη τον θεωρούσαν παρελθόν - οι συνθέτες του νέου αιώνα τον έβρισκαν παρωχημένο. Μολονότι υπήρξε υπέρμαχος όλων των γαλλικών θεμάτων και νεωτεριστής στη νεότητά του, ο Σαιν-Σανς τώρα σιχαινόταν τη γαλλική μουσική σε σημείο να συντηρεί χρόνιο μίσος εναντίον συνθετών, όπως ο Ντεμπισί.

Ακόμη και μια θριαμβευτική περιοδεία στην Αμερική το 1915 απέτυχε να αποκαταστήσει το κύρος του στην πατρίδα. Τα έργα του ογδοντάρη συνθέτη χαιρετίζονταν κοροϊδευτικά ή αδιάφορα. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του περιοδεύοντας ή ταξιδεύοντας για αναψυχή και πέθανε στο Αλγέρι στις 16 Δεκεμβρίου του 1921.

Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Σαιν-Σανς ήταν προφανώς η επίδρασή του σε Γάλλους συνθέτες όπως ο Φορέ και ο Ραβέλ. Η εξαιρετική τέχνη της μουσικής του πάντως, εξασφάλισε τη δημοτικότητά της στο πέρασμα του χρόνου.




Σχόλια