Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Σοπέν - Μπαλάντα σε Σολ ελάσσονα, έργο 23 - ο παραμυθάς

Το περίφημο μνημείο για τον Σοπέν στο Πάρκο Monceau στο Παρίσι.

Οι μπαλάντες του Πολωνού ποιητή Άνταμ Μισκιέβιτς ενέπνευσαν στο Σοπέν τέσσερις Μπαλάντες, που η κάθε μία αφηγείται μια μουσική ιστορία. Η πρώτη, Έργο 23, χρειάστηκε τέσσερα χρόνια για να ολοκληρωθεί (1831-1835) και συνέπεσε με την άφιξη του Σοπέν στο Παρίσι και την αποδοχή του από την καλή κοινωνία της πόλης.

Αντίθετα από το μεγαλύτερο μέρος των πιανιστικών συνθέσεων του Σοπέν, που επικεντρώνουν σε απροσδόκητες μεταβολές της διάθεσης και των αντιθέσεων, η Μπαλάντα σε Σολ ελάσσονα
O ποιητής Άνταμ Μισκιέβιτς.
, διαθέτει μια αφηγηματική, σχεδόν επική ποιότητα. Από αυτήν την άποψη συνάδει με τις λογοτεχνικές μπαλάντες, όπως το επικό ποίημα του 17ου αιώνα, Fairy Queen (Νεραϊδοβασίλισσα) του Έντμοντ Σπένσερ. Πολλοί θεωρούν τις τέσσερις μπαλάντες για πιάνο του Σοπέν ως το πιο ώριμο και εκλεπτυσμένο τμήμα του ευρύτατης κλίμακας έργου του.

Η εισαγωγή παρέχει το σκηνικό, το οποίο βρίθει από μια αίσθηση τραγωδίας και προαισθήματος. Αυτό αντιτάσσεται στην πρώτη μελωδία που είναι ταυτόχρονα λυρική και απλή. Παρατηρήστε τη χρήση των παύσεων και των ανεπαίσθητων ενδοιασμών στη μελωδία, που χαρακτηρίζουν άλλωστε τις δραματουργικές τεχνικές της αφήγησης ιστοριών. Μερικές φορές η αφήγηση αναδύεται σε μια κλιμακούμενη κραυγή, ενώ άλλες υποχωρεί σε ένα ήσυχο ψιθύρισμα.

Η κύρια μελωδία ανακαλεί την ερωτική ικεσία ενός ιππότη που προσπαθεί να κερδίσει τον έρωτα της αγαπημένης του. Οι ερωτικές προτάσεις του ξεκινούν ευγενικά, αργότερα γίνονται πιο παθιασμένες μέχρι που το δεύτερο θέμα εισάγει μια πιο τρυφερή νότα. Ο ιππότης αποκτά περισσότερη αυτοπεποίθηση, καθώς η μουσική γίνεται πιο ρωμαλέα. Αλλά κατόπιν, η τραγική διάθεση επανέρχεται καθώς ο ιππότης επιχειρεί να εξοντώσει στη μάχη τον θανάσιμο αντίζηλό του. Καθώς η μουσική προχωρεί τον φανταζόμαστε να κλονίζεται και να ξανασηκώνεται για λίγο μόνο για να βρει τραγικό τέλος στα χέρια του θηριώδους αντιπάλου του.



Σχόλια