Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ
Άντον Μπρούκνερ - Συμφωνία Αρ.2 σε Ντο ελάσσονα
Λήψη συνδέσμου
Facebook
X
Pinterest
Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο
Άλλες εφαρμογές
Τμήμα της παρτιτούρας της Δεύτερης Συμφωνίας του Μπρούκνερ, που αρχικά απορρίφθηκε από τη Φιλαρμονική της Βιέννης ως "μη εκτελέσιμη".
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, οι συνθέτες έγραφαν μεγαλύτερα και επιβλητικότερα έργα. Ποτέ κανείς έως τότε δεν είχε δημιουργήσει σκηνικά έργα της κλίμακας εκείνων του Βάγκνερ. Ο Άντον Μπρούκνερ, που εκτιμούσε ιδιαίτερα το έργο του Βάγκνερ, πρόσθεσε και αυτός στις συμφωνίες του τις ποιότητες του μεγέθους, της μεγαλοπρέπειας και του μουσικού βάρους.
Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ επεξεργαζόταν επί χρόνια τα έργα του, το ίδιο και ο Μπρούκνερ, που κατέβαλλε πολύχρονες και κοπιώδεις προσπάθειες κατά τη δημιουργία των συμφωνιών του, αναθεωρώντας τες πολλές φορές. Κατά τη γνώμη κάποιων κριτικών, ο Μπρούκνερ έχει συνθέσει την ίδια συμφωνία εννιά φορές (ή δέκα φορές, αν συμπεριλάβουμε την παράδοξα επονομαζόμενη Συμφωνία αρ.0).
Αυτή η κρίση είναι άδικη. Παρ΄όλα αυτά, εμφανίζεται να καταπιάνεται με τα ίδια προβλήματα, της ιδιαίτερα εκτεταμένης μορφής και του ύφους, σχεδόν μέχρι την ημέρα του θανάτου του (αφήνοντας την τελευταία συμφωνία του ανολοκλήρωτη).
Ο Μπρούκνερ άρχισε τη σύνθεση της Συμφωνίας Αρ.2 τον Αύγουστο του 1871. Βρισκόταν τότε στο Λονδίνο, απολαμβάνοντας ιδιαίτερη επιτυχία στα ρεσιτάλ του στο όργανο. Πρόκειται για την τρίτη συμφωνία του, αν και στους καταλόγους εμφανίζεται ως δεύτερη. Ο συνθέτης την ολοκλήρωσε στη Βιέννη, στις 11 Σεπτεμβρίου του 1872.
Συντριπτική ετυμηγορία
Τη μνημειώδη έλλειψη αυτοπεποίθησης του Μπρούκνερ επιβεβαιώνει και η τύχη αυτής της συμφωνίας. Ο συνθέτης την έστειλε στον Ότο Ντέσοφ, διευθυντή της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης. Στις πρόβες, η ορχήστρα αντέδρασε και ο Ντέσοφ έστειλε τη συμφωνία πίσω με τη συντριπτική ετυμηγορία "μη εκτελέσιμη". Ακολούθως, οι κριτικοί ειρωνεύτηκαν το έργο χωρίς καν να το έχουν ακούσει.
Απελπισμένος ο Μπρούκνερ, την αναθεώρησε το 1877, καθώς και κατά τη δεκαετία του 1890. Οι αλλαγές δεν ήταν βελτιωτικές - όπως έλεγε ο ίδιος ο Μπρούκνερ για τους επικριτές του, "Με φόβισαν τόσο πολύ, ώστε ξέχασα να είμαι ο εαυτός μου". Ακόμα και σήμερα προτιμάται η αρχική εκδοχή, που τελικά πρωτοπαρουσίασε ο Μπρούκνερ στη Βιέννη τον Οκτώβριο του 1873.
Αν και πρώιμο έργο, αξίζει να γνωρίσουμε καλύτερα τη δεύτερη συμφωνία του Μπρούκνερ, γιατί σε αυτήν αρχίζει να αναδύεται το ταλέντο του. Το έργο αρχίζει με μια πλατιά μελωδία που θυμίζει τραγούδι, η οποία εναλλάσσεται μεταξύ των τσέλων και των κόρνων, ενώ τα βιολιά προσθέτουν ένα απαλό τρέμολο.
Το δεύτερο αργό μέρος αρχίζει με ένα νοσταλγικό θέμα που θυμίζει τραγούδι και ερμηνεύεται από τα έγχορδα. Ακολουθεί ένα ντουέτο μεταξύ πιτσικάτο εγχόρδων κι ενός μοναδικού κόρνου. Το τρίτο μέρος καθορίζεται από ξαφνικές και βίαιες αντιθέσεις και βασίζεται στο ζωηρό μοτίβο ενός χωριάτικου σκοπού.
Στο φινάλε συνδυάζονται μια σονάτα κι ένα ρόντο, καθώς ο συνθέτης ανακεφαλαιώνει τα προηγούμενα μέρη κατά έναν τρόπο που μας ξαναγυρίζει στο έργο του Γ.Σ.Μπαχ και παλιότερων μουσικών.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου