Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Μπετόβεν - Για την Ελίζα

H ομορφιά συγκινούσε τον Μπετόβεν και συνήθιζε να αφιερώνει τη μουσική στην εκάστοτε αγαπημένη του. Το έργο του Για την Ελίζα εθεωρείτο ότι γράφτηκε για τη μαθήτριά του Τερέζα Μαλφάτι.


Αυτό το έργο ανήκει στο μουσικό είδος "μπαγκατέλα" (bagatelle) - σύντομο έργο, ελαφρό, με απλή τεχνικής, συνήθως για πιάνο. Ο Μπετόβεν είναι ο πρώτος που ανέδειξε το είδος, καθώς έγραψε τρεις σειρές τέτοιων έργων.

Το Für Elise είναι το δημοφιλέστερο έργο του συνθέτη σε αυτή τη μουσική μορφή. Ορισμένοι βιογράφοι του Μπετόβεν θεωρούν ότι το έργο δεν ήταν αφιερωμένο στην Ελίζα αλλά στην Τερέζα και η αλλαγή του τίτλου οφείλεται σε λάθος κάποιου αντιγραφέα. Αν είναι έτσι, τότε ο Μπετόβεν σχεδόν σίγουρα αφιέρωσε το έργο στη μαθήτριά του Τερέζα Μαλφάτι. Ο Μπετόβεν ήταν ερωτευμένος με τη νεαρή του μαθήτρια εκείνη την εποχή και έγραψε το έργο λαμβάνοντας υπόψη τις περιορισμένες ικανότητες της μαθήτριάς του στο πιάνο. Το έργο γράφτηκε το 1810 αλλά δεν εκδόθηκε παρά το 1867.

Αυτό το απλό, ανεπιτήδευτο έργο είναι από τα πιο ευαίσθητα του συνθέτη. Το εναρκτήριο θέμα είναι ασυνήθιστο γιατί η μελωδία είναι απλωμένη στα δύο χέρια - μια ανάμειξη του ηχηρού χαμηλού μέρους του πιάνου και της υψηλότερης περισσότερο φωνητικής έκτασης του οργάνου. Η αρχική μουσική τελειώνει και ακολουθεί ένα αντιθετικό μέρος με σθεναρότερο χαρακτήρα. Η διάθεση γίνεται περισσότερο ζωηρή με τους γρήγορους δακτυλισμούς του δεξιού χεριού. Αλλά ξαφνικά η μουσική φθάνει σε ένα αιφνίδιο άλμα και οδηγούμαστε ξανά στη γαλήνη του εναρκτήριου μέρους.

Στο σημείο αυτό, καθώς η μουσική κατευθύνεται σε μια ολοκλήρωση, ο Μπετόβεν προσθέτει ένα τελικό τμήμα με επαναλαμβανόμενες νότες των μπάσων. Το τμήμα αυτό διαθέτει τα δικά του λίγα τελικά μέτρα, τον λαμπερό καμβά από νότες για το δεξί χέρι που ανεβάζει τη μουσική στη μεγαλύτερη έκταση του πιάνου. Μια κατιούσα κλίμακα κατόπιν οδηγεί σε μια επανάληψη της αρχικής μελωδίας, η οποία ολοκληρώνει ήσυχα το έργο.


Σχόλια