Σοπέν - Βαλς, έργο 69 και έργο 18

Η στάση του Σοπέν απέναντι στο Βαλς εμφανίζεται αμφίσημη. Έγραψε δεκαοκτώ Βαλς, αλλά δημοσίευσε μόνο οκτώ και παρήγγειλε να καούν τα υπόλοιπα (το Βαλς αρ.9 εντούτοις, διασώθηκε). Βαλς αρ.9 σε Λα ύφεση Μείζονα, Έργο 69, αρ.1 Ο Ρόμπερτ Σούμαν το περιέγραψε ως "ένα κομμάτι σαλονιού από τα πιο ευγενικά....απόλυτα αριστοκρατικό". Βαλς σε Σι ελάσσονα, Έργο 69, αρ.2 Η χαριτωμένη εισαγωγή του Βαλς σε Σι ελάσσονα ίσως διαθέτει μια ευδιάκριτη θλίψη - όμως δεν είναι σε καμιά περίπτωση μελαγχολική. Η γρήγορα μετακινούμενη μελωδική γραμμή είναι και λαμπρή και αισιόδοξη. Αργότερα, η εισαγωγική μελωδία μεταφέρεται στη μείζονα τονικότητα, σύντομα όμως επανέρχεται η ελάσσονα τονικότητα και μαζί η προηγούμενη διάθεση. Βαλς Αρ.1 σε Μι ύφεση Μείζονα, Έργο 18 Ο Σοπέν συνέθεσε το σπινθηροβόλο Βαλς αρ.1 σε Μι ύφεση μείζονα Έργο 18 (Grande Valse Brilliante) στη Βιέννη το 1831, ενώ στα γράμματά του υπαινίσσεται την απέχθειά του για αυτό το ύφος. Το βαλς αυτό αντιπαραθέτει και συνδυάζει ένα σύνολ

Γκέοργκ Φρίντριχ Χαίντελ - Κοντσέρτι Γκρόσι Αρ. 1-4, Έργο 3

Ο Χαίντελ υπήρξε ένας εκκεντρικός μουσουργός, που προτιμούσε τις παθιασμένες επευφημίες μιας κατάμεστης αίθουσας όπερας, παρά τα ευγενικά χειροκροτήματα ενός σαλονιού. Ίσως επειδή η μουσική δωματίου δεν ταίριαζε στο ταπεραμέντο του, δε συνέθεσε πολλά τέτοια έργα.

Αυτά τα τέσσερα κοντσέρτα (από μια ομάδα έξι κοντσέρτων) προήλθαν από συνδυασμό έργων που χρησιμοποιήθηκαν το 1734 για τον εορτασμό του γάμου της πριγκίπισσας Άννας, της κόρης του Βασιλιά Γεωργίου του Δεύτερου, εργοδότη του Χαίντελ. Εκείνη την εποχή, ο Χαίντελ περνούσε μια κρίσιμη περίοδο στη σταδιοδρομία του ως ιμπρεσάριος όπερας, εξαιτίας της μείωσης του ενδιαφέροντος του ακροατηρίου του και της ακύρωσης κερδοφόρων συμβολαίων. Πιθανότατα ο συνθέτης εξέδωσε τα κοντσέρτα για οικονομικούς λόγους.

Κοντσέρτο Γκρόσο Αρ. 1



Ωστόσο, αυτά τα έργα σε καμιά περίπτωση δε δίνουν την εντύπωση της τυχαίας συρραφής για κερδοσκοπικούς λόγους, αλλά αντίθετα διαθέτουν χάρη και αποτελούν πραγματικά έργα τέχνης, που μόνο ανεπαίσθητα μαρτυρούν την πραγματική τους προέλευσης - από παλαιότερες συνθέσεις του.

Ορχηστρικά εμβόλιμα

Για παράδειγμα, το τρίτο μέρος του Κοντσέρτου αρ. 2 - η φούγκα - πρωτοεμφανίστηκε στην εισαγωγή των Παθών του Μπρόουκ, το 1716. Επιπλέον, κάποια μέρη δοκιμάστηκαν για πρώτη φορά ως οργανικά εμβόλιμα σε μερικές όπερες του Χαίντελ - το Τέταρτο χρησιμοποιήθηκε το 1726 στον Όθωνα. Όλοι αυτοί οι δανεισμοί ήταν αποδεκτοί από τους συνθέτες εκείνης της εποχής, που αντιμετώπιζαν το κοντσέρτο σαν ένα πεδίο πειραματισμού, όπου οι νέες ιδέες αναμειγνύονταν με παλιές, καθιερωμένες μορφές.

Κοντσέρτο Γκρόσο Αρ. 2




Τα κοντσέρτα συμπεριλαμβάνουν στο συνδυασμό των διαφόρων μερών μερικά αστραφτερά μουσικά διαμάντια. Όπως το Largo, από το Αρ. 2, που λικνίζει τον ακροατή με το αργό νανούρισμά του, το οποίο ερμηνεύουν δύο τσέλα έχοντας ως μουσικό υπόβαθρο την αργή, ρυθμική ερμηνεία των βιολιών και της βιόλας. Και τις αιθέριες νότες του κελαηδίσματος στη Σαραμπάντα του Πρώτου, που προβάλλουν πάνω από τη συνοδεία του φαγκότου και των εγχόρδων, δημιουργώντας ηχητικά αποτελέσματα αντίθετα από τα συνήθη του ανταγωνισμού του σολίστ και της συνοδείας που χαρακτήριζε το κοντσέρτο για περισσότερο από εκατό χρόνια.

Κοντσέρτο Γκρόσο Αρ. 3



Τα κοντσέρτα πρωτοπαρουσιάστηκαν μεταξύ Μαρτίου του 1735 και Φεβρουαρίου του 1736 και επονομάστηκαν "Κοντσέρτα για Όμποε" από τον εκδότη του Χαίντελ, Τζον Ουάλς. Η ονομασία αυτή πιθανώς τους αποδόθηκε για καθαρά διαφημιστικούς λόγους, γιατί ακούγοντας τα κοντσέρτα συνειδητοποιεί κανείς πως το όμποε δεν ηγείται ποτέ!

Κοντσέρτο Γκρόσο Αρ. 4








Σχόλια